Το αντίδοτο στο φόβο είναι η διαφάνεια
Στην περίπτωση της εμφάνισης του κορωνοϊού, είναι σαν να ακούμε πολλαπλά αεροπορικά δυστυχήματα το ένα μετά το άλλο. Ακούμε θανάτους και κρούσματα που μεταφράζουμε σε κάτι πολύ σοβαρό. Δεν ακούμε για το 98% των ανθρώπων που αναρρώνουν από αυτό, πολλά εκ των οποίων ήταν πολύ ήπια περιστατικά.
Ενώ οι μετρήσεις της δημόσιας υγείας μιλάνε για χαμηλότερα της γρίπης ποσοστά θνητότητας, το μυαλό μας έχει τους δικούς του τρόπους αξιολόγησης του κινδύνου, καθοδηγούμενο από υποσυνείδητες προκαταλήψεις και παρορμήσεις – ορισμένες φορές με σοβαρές συνέπειες – και έτσι εξηγείται το παγκόσμιο κύμα άγχους με την εμφάνισης της νέας ασθένειας COVID-19. Μια πτυχή της ανθρώπινη λογικής είναι η τάση να πανικοβαλλόμαστε μπροστά σε νέες μεταδοτικές ασθένειες. Οι διαφορετικές αντιδράσεις στον κορωνοϊό και την γρίπη απεικονίζουν αυτή την αδυναμία στην αξιολόγηση κινδύνου.
Φυσικά, δεν είναι παράλογο να φοβόμαστε με το ξέσπασμα του κορωνοϊού από την Κίνα και πέρα από αυτήν. Αλλά στην πραγματικότητα δεν γνωρίζουμε ακόμα αρκετά για τον νέο αυτόν ιό ώστε να παραδινόμαστε στους μεγαλύτερους φόβους μας. Παρ` όλο που ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγειάς έχει κηρύξει την επιδημία του νέου κορωνοϊού κατάσταση έκτακτης ανάγκης παγκοσμίως, δεν είναι ξεκάθαρο το θέμα της μεταδοτικότητάς του ούτε το πραγματικό ποσοστό θνητότητας. Είναι όμως στιγμή να συλλέξουμε δεδομένα κι όχι να πανικοβαλλόμαστε.
Ενώ είμαστε ακόμα στα πολύ αρχικά στάδια συλλογής πληροφοριών για αυτό τον νέο ιό, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι το άγχος μας επιβαρύνει. Μπορεί να υποφέρουμε περισσότερο από τον πανικό παρά από την ασθένεια – αν προσβληθούμε.
Αντί να φθάνουμε στο χειρότερο σενάριο , πρέπει να επικεντρωθούμε στα δεδομένα, κι όχι σε δημιουργήματα της ανησυχίας μας.
Θα μάθουμε πολλά περισσότερα για τα κρούσματα τις επόμενες ημέρες, εβδομάδες, μήνες ώστε να κάνουμε ότι μπορούμε για να είμαστε τόσο εμείς όσο και οι συνάνθρωποί μας ασφαλείς. Στο μεσοδιάστημα, ας διατηρήσουμε την ψυχραιμία μας και ας μην αφήσουμε το πανικό να μεταλλάξει την καθημερινότητά μας.
Οι άνθρωποι συχνά παραδινόμαστε και καθοδηγούμαστε από τα συναισθήματά μας αντί να εστιάζουμε στην λογική και τα γεγονότα. Κι αυτό επιφέρει πραγματικές συνέπειες. Τα συναισθήματα δεν τα πάνε καλά με τα μαθηματικά.
Κι αυτό γίνεται πιο σαφές όταν παρατηρούμε χαμηλής πιθανότητας, υψηλού κινδύνου απειλές όπως η τρομοκρατία, ή ο θάνατος από τον κορωνοϊό ή τη γρίπη. Το μυαλό μας τείνει είτε να «στρογγυλοποιεί» την πιθανότητα για «σχεδόν μηδέν» και να αντιδρούμε ανεπαρκώς, ή να εστιάζουμε στο χειρότερο σενάριο , και εν μέσω έντονων συναισθημάτων, να αντιδρούμε με υπερβολή.
Το άγχος είναι ίσως και το νούμερο ένα θέμα ψυχικής υγείας και επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε μια σειρά στρεσογόνων πραγμάτων. Τα ποσοστά των ανθρώπων που υποφέρουν από κάποια αγχώδη διαταραχή είναι υψηλά.
Παρουσία νέου στρεσογόνου ερεθίσματος, όπως κρουσμάτων νέου ιού, οι άνθρωποι που υποφέρουν από άγχος είναι πολύ πιο πιθανό να αντιδράσουν υπερβολικά. Τα άτομα που έχουν έντονο άγχος θέλουν να νοιώθουν ότι έχουν τον έλεγχο της ημέρας τους και αναστατώνονται όταν αισθάνονται εκτός ελέγχου.
Το πρόβλημα είναι ότι δεν μπορούμε να ελέγχουμε τίποτα.
Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε όταν πρέπει να διαχειριστούμε μια πιθανή πανδημία ή οποιαδήποτε άλλη στρεσογόνο κατάσταση είναι να παίρνουμε καλά ενημερωμένες και ορθολογιστικές αποφάσεις ανάλογες της πληροφόρησης που έχουμε τη δεδομένη στιγμή.
Τα ΜΜΕ όμως παίζουν καθοριστικό ρόλο στην ενίσχυση των φόβων μας σχετικά με τέτοια κρούσματα. Σαν κοινωνία ασχολούμαστε αρκετά με τα μικρόβια. Και τα ΜΜΕ το γνωρίζουν. Οι ταινίες προσφέρουν γόνιμο έδαφος για την φαντασία μας όταν εμφανίζονται αληθινές ασθένειες. Στην πραγματικότητα, ορισμένες φορές η ουρά παρουσιάζεται να κουνάει το υστερικό σκυλί. Ο τρόπος που παρουσιάζονται οι ειδήσεις είναι κινηματογραφικός.
Σαφώς και η ειλικρίνεια είναι η καλύτερη τακτική. Το αντίδοτο στο φόβο και την αβεβαιότητα είναι η διαφάνεια και η χρονικά ακριβής ενημέρωση από αξιόπιστες πηγές. Το πρόβλημα της εποχής μας όμως είναι ότι ζούμε στην εποχή της δυσπιστίας προς τους κρατικούς μηχανισμούς και τα ΜΜΕ.
Είναι όμως σημαντικό να δούμε πώς αντιλαμβανόμαστε τον κίνδυνο μιας και όπως ανέφερα στην αρχή, ήδη είναι εμφανές το πόσο αδιαφορούμε για τον κίνδυνο που μπορεί να αντιμετωπίσουμε με τη γρίπη παρά με τον κορωνοϊό.
Για την αξιολόγηση του κινδύνου, το μυαλό μας χρησιμοποιεί μια σειρά νοητικών διεργασιών. Ο κόσμος είναι γεμάτος κινδύνους , μεγάλους και μικρούς. Ιδανικά, αυτές οι διεργασίες βοηθούν να αντιληφθούμε ποιοι κίνδυνοι πρέπει να μας ανησυχούν και ποιοι όχι.
Βλέπουμε ότι ο κορωνοϊός έχει πατήσει σε πολλούς ανθρώπους όλα τα κουμπιά συναγερμού για υψηλό κίνδυνο. Όταν βρισκόμαστε μπροστά σε πιθανό κίνδυνο, το μυαλό κάνει μια γρήγορη αναζήτηση σε παρελθοντικές εμπειρίες. Αν μπορεί εύκολα να ανασύρει τρομακτικές μνήμες, τότε συμπεραίνει ότι ο κίνδυνος είναι μεγάλος. Αλλά συχνά αποτυγχάνει να βρει τις πραγματικά αντιπροσωπευτικές.
Ένα κλασσικό παράδειγμα, τα αεροπορικά δυστυχήματα. Αν συμβούν δύο πολύ κοντά χρονικά, το ταξίδι με αεροπλάνο ξαφνικά μοιάζει τρομακτικό – ακόμα κι αν συνειδητά κατανοούμε ότι είναι μια στατιστική παρέκκλιση που δεν μπορεί να ορίσει την ασφάλεια της επόμενης πτήσης. Αλλά αν στην συνέχεια πετάξουμε 2-3 φορές και δεν υπάρξει κάποιο πρόβλημα, το πιο πιθανό είναι να αρχίσουμε να νοιώθουμε και πάλι ασφαλείς.
Στην περίπτωση της εμφάνισης του κορωνοϊού, είναι σαν να ακούμε πολλαπλά αεροπορικά δυστυχήματα το ένα μετά το άλλο. Ακούμε θανάτους και κρούσματα που μεταφράζουμε σε κάτι πολύ σοβαρό. Δεν ακούμε για το 98% των ανθρώπων που αναρρώνουν από αυτό, πολλά εκ των οποίων ήταν πολύ ήπια περιστατικά.
Αυτή η τάση μπορεί να πάει και προς τις δύο κατευθύνσεις, και να μην οδηγήσει σε αδικαιολόγητο συναγερμό αλλά σε υπερβολικό εφησυχασμό. Ενώ λοιπόν η γρίπη έχει πολλούς θανάτους κάθε χρόνο, οι εμπειρίες των περισσοτέρων είναι σχετικά γνώριμες και ήπιες. Και το να λένε πόσο επικίνδυνη είναι η γρίπη δεν βλέπουμε να προκαλεί μεγάλες αλλαγές. Η αλήθεια είναι ότι ο τρόπος που αξιολογούμε τον κίνδυνο, κερδίζει κατά κράτος τον λογικό υπολογισμό – μια πηγή ατελείωτης ανησυχίας για τους φορείς της δημόσιας υγείας στην προσπάθειά τους να αυξήσουν τα ποσοστά εμβολιασμού κατά της γρίπης. Συνηθίζουμε τις εμπειρίες μας αλλά η εμπειρία μπορεί να μας παραπλανήσει.
Βλέπουμε λοιπόν ότι ο κορωνοϊός δίνει φως στους νοητικούς μηχανισμούς αξιολόγησης του κινδύνου. Ως κάτι καινούργιο, στρέφουμε την προσοχή πάνω του – όπως κάνουμε σε κάθε νέα απειλή – και ψάχνουμε για οποιαδήποτε αιτία συναγερμού. Αυτό πολύ εύκολα οδηγεί σε εμμονή για τις πιο τρομακτικές πληροφορίες και τα χειρότερα σενάρια, αυξάνοντας τον αντιλαμβανόμενο κίνδυνο.
Επιπλέον, οδηγούμαστε σχεδόν αυτόματα σε συναισθηματικές εκλογικεύσεις. Μεταφράζουμε οποιαδήποτε «αυθόρμητη» συναισθηματική αντίδραση σε οτιδήποτε θεωρούμε αιτιολογημένο συμπέρασμα ακόμη κι αν τα γεγονότα λένε κάτι διαφορετικό, ενώ την ίδια στιγμή η αξιολόγηση της επικινδυνότητας του κορωνοϊού δεν είναι κάτι για το οποίο μπορούν να είναι σίγουροι ούτε οι επιστήμονες.
Προφανώς και η εικόνα που δημιουργούμε στο μυαλό μας δεν αποτελεί ακριβές αντίγραφο της πραγματικότητας και οι προσδοκίες μας σχετικά με την συχνότητα των γεγονότων, διαμορφώνονται από την συχνότητα της προβολής τους και την συναισθηματική ένταση των μηνυμάτων στα οποία εκτιθέμεθα. Εάν ένας κίνδυνος φαίνεται ιδιαίτερα τρομακτικός ή οδυνηρός, οι εκτιμήσεις μας δίνουν μεγαλύτερες πιθανότητες να μας συμβεί.
Οι αναφορές για τον κορωνοϊό παρουσιάζουν συχνά εικόνες που προκαλούν αναστάτωση: ανθυγιεινές αγορές τροφίμων, απαγορεύσεις και περιορισμούς, και υπερπληθή νοσοκομεία. Στην περίπτωση που η απειλή δεν είναι απόλυτα κατανοητή, ο φόβος αυξάνεται και πάλι οδηγούμαστε σε υπερ-εκτιμήσεις. Συν το γεγονός ότι η απειλή που μοιάζει ανεξέλεγκτη, όπως η ασθένεια που ξέσπασε, προκαλεί μια παρόμοια απόκριση, οδηγώντας τους ανθρώπους να αναζητήσουν τρόπους να επαναπροσδιορίσουν τον έλεγχο, για παράδειγμα με την αποθήκευσή προϊόντων.
Είναι σημαντικό να αναφέρω ότι όταν απ` την άλλη, εμπλεκόμαστε οικειοθελώς σε κάτι επικίνδυνο, ή τουλάχιστον έτσι αισθανόμαστε, αυτομάτως θεωρείται λιγότερο επικίνδυνο από ότι είναι.
Μελέτες μας δείχνουν ότι είμαστε ικανοί να περάσουμε το κατώφλι επικίνδυνων μονοπατιών αν θεωρούμε ότι το επιλέξαμε. Σκεφτείτε την οδήγηση, κάτι επικίνδυνο το οποίο συνειδητά επιλέγουμε να κάνουμε όταν τα αυτοκινητιστικά αγγίζουν μεγάλους αριθμούς κάθε χρόνο. Την ίδια στιγμή, περιστατικά τρομοκρατίας τα οποία συμβαίνουν χωρίς τον έλεγχο και την επιλογή μας, σκοτώνουν πολύ λιγότερα άτομα από ότι η οδήγηση. Το ίδιο ισχύει και για μια γρήγορη εξάπλωση και ελάχιστα κατανοητή εστία συγκριτικά με την γνωστή γρίπη.
Όλα αυτά έχουν άμεση σχέση με τα συναισθήματά μας. Και έτσι αντιλαμβανόμαστε την απειλή. Όχι μέσω των στατιστικών επικινδυνότητας αλλά μέσω της αίσθησης επικινδυνότητας.
Το γεγονός ότι δεν έχουμε καθόλου θανάτους ακόμα στην Ελλάδα είναι μόνο μιας εβδομάδας δείκτης για το ποιο θα είναι το πρόβλημα. Αυτή η προβολή θα εξαρτηθεί από δύο πράγματα τα οποία οι υπεύθυνοι της δημόσιας υγείας παρακολουθούν και εξετάζουν. Το ένα είναι η μεταδοτικότητα του ιού όταν οι άνθρωποι είναι ασυμπτωματικοί και δεύτερον, πόσο αποτελεσματικά θα είναι τα μέτρα δημόσιας υγείας.
Οι έρευνες δεν δίνουν θετικά αποτελέσματα για τις καραντίνες, αν δεν παρέχουν κατάλληλη και επαρκή στήριξη στα άτομα των οποίων η καθημερινότητα μπαίνει σε σχετική παύση. Πέραν των βασικών παροχών, αν δεν μπορούν να δουλέψουν για να βγάλουν τα προς το ζην τους μέρα με την μέρα, χρειάζονται βοήθεια.
Πολλοί άνθρωποι δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να αντέξουν την απώλεια εισοδήματος και αρκετοί είναι οι κύριοι φροντιστές ευάλωτων συγγενών. Άνθρωποι με άλλα θέματα στη ζωή τους – προυπάρχοντα αυτής της στρεσογόνου κατάστασης, ευάλωτοι στο άγχος και τον φόβο, μπορεί να καθυστερήσουν αρκετά να αξιολογήσουν το «δεν νοιώθω καλά, ίσως πρέπει να πάω να εξεταστώ στο κατάλληλο νοσοκομείο». Ποικίλες αντιδράσεις.
Το πιο ωφέλιμο πράγμα που μπορούμε να κάνουμε όλοι σε αυτό το στάδιο είναι να βρούμε μερικές επίσημες και αξιόπιστες πηγές ενημέρωσης και να παρακολουθούμε μόνο αυτές για πληροφορίες. Ενημέρωση από επαγγελματίες.
Αυτό θα μας απομονώσει από φήμες και από τους ανεύθυνους που διαδίδουν φήμες ΠΑΝΙΚΟΥ, που χρησιμοποιούν την αδυναμία των ανθρώπων για να πουλήσουν προϊόντα και κλικς ή να προκαλέσουν διαφόρων μορφών έχθρες, και θα συντελέσει σε μια καθαρή εικόνα παρακολουθώντας τις εξελίξεις.
Οι πραγματικοί πανικοί είναι σπάνιοι. Θα τα δείτε σε ταινίες περισσότερο κι όχι τόσο στην πραγματική ζωή. Σε καταστάσεις κρίσης, οι άνθρωποι συνήθως τρέχουν ο ένας στον άλλον, είναι ανθεκτικοί και αμοιβαία υποστηρικτικοί, στηρίζουν ο ένας τον άλλον, φέρονται έξυπνα και προσπαθούν να πάρουν το καλύτερο από μια άσχημη κατάσταση. Αυτό μπορεί να αλλάξει αν τους στερήσεις την ευκαιρία να ενημερώνονται σωστά και να δράσουν με συντονισμένο τρόπο. Προϋπόθεση είναι να καλλιεργηθεί η εμπιστοσύνη σε ανθρώπους που βρίσκονται σε θέσεις ευθύνης ότι κάνουν ότι καλύτερο δύναται προκειμένου να στηρίξουν τη δημόσια υγεία.
Δεύτερον, να κάνουν μια καλή και απλή ανάλυση κινδύνου δηλαδή να αναρωτηθούν αν υπάρχει λόγος να σκέφτονται ότι κινδυνεύουν και αν υπάρχουν περιστάσεις και άτομα υψηλού κινδύνου που να έχουν έρθει σε επαφή μαζί τους ;
Τρίτον, να κάνουν μια απλή διαχείριση κινδύνου, δηλαδή να κατανοήσουν ποια είναι αυτά τα λίγα πράγματα που μπορούν να κάνουν πιο αποτελεσματικά. Ένα από αυτά είναι και να είμαστε υποστηρικτικοί σε ανθρώπους που βιώνουν μεγάλο άγχος. Είτε λόγω της κατάστασης, είτε επειδή αισθάνονται ότι έχουν διαχωριστεί από το σύνολο (ως ευπαθείς ομάδες ή και κρούσματα) είτε επειδή ανησυχούν για τους αγαπημένους τους.
Όταν δουλεύουμε με άτομα που ταλαιπωρούνται πολύ από το άγχος, πάντα τους υπενθυμίζουμε ότι η ανησυχία δεν τους προστατεύει από τίποτε. Δεν τους προετοιμάζει για τίποτε και δεν αποτρέπει τίποτε που είναι να συμβεί.
Το μόνο που κάνει είναι να τους κάνει δυστυχείς, αισθάνονται σαν να έχει ήδη συμβεί αυτό που φοβούνται μην συμβεί, ακόμα και αν δεν συνέβη ποτέ και δεν πρόκειται να συμβεί. Επιπλέον τους μαθαίνουμε τρόπους να καταπολεμήσουν το υπέρμετρο και αχρείαστο άγχος ενισχύοντας την πίστη στον εαυτό τους και στους άλλους. Στην περίπτωση του νέου ιού, είναι καλό να θυμούνται ότι μπορούν να ενημερωθούν για τα δεδομένα της κατάστασης και μετά να κάνουν ότι κρίνουν απαραίτητο για να φροντίσουν όσο καλύτερα τον εαυτό τους και τους αγαπημένους τους
Της Ιωάννας Π. Θεοδωρακοπούλου
Συμβουλευτική Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια,
Επικεφαλής υπηρεσιών FEELWELLTODAY.com
ΠΗΓΗ virus.com.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου