«Ξεπεσμός» και μια πατρίδα «Μολώχ»…
Όταν, στις αρχές του 20ου αιώνα, ο Κωστής Παλαμάς έγραφε τα δυο παρακάτω ποιήματα, το ένα με τίτλο «Επίγραμμα» και το άλλο με τίτλο «Μολώχ», είχε στο νου του, ή μάλλον μπρος στα μάτια του, μια χώρα του ηθικού, του πολιτικού και οικονομικού ξεπεσμού, μια πατρίδα- Ελλάδα που κουρελιασμένη περιφέρει το ένδοξο αρχαίο παρελθόν της «στις διεθνείς αγορές και στα παζάρια» επαιτώντας βοήθεια….
Μα «δεν είν’ εύκολες οι θύρες/ όταν η χρεία τες κουρταλεί»… Μια Ελλάδα απαξιωμένη κι ατιμασμένη, μια «πατρίδα – Μολώχ», που «θυσιάζει» τα παιδιά της στο βωμό του αιμοβόρου Θεού….
«Επίγραμμα»
-Τα λείψανα ποια είσαστ’ εσείς, τα κόκαλα και οι στάχτες
με τ’ ασημένια τ’ άρματα και τα χρυσά στολίδια;
-Τα περασμένα είμαστ’ εμείς
-Και συ ποιος είσαι ο ψόφιος,
με τα θολά, τα ολάνοιχτα σα μαγεμένα μάτια,
τα καρφωμένα πάνω μας;
-Ο ξεπεσμός εγώ είμαι.
(Κ. Παλαμάς, Η πολιτεία και η μοναξιά)
«Μολώχ»
Των Ελλήνων την πατρίδα/ βάρβαροι την ατιμάζουν!
Όπου ανθοπετούσαν οι Έρωτες/ παραδέρνει η νυχτερίδα.
Στη νυχτιά μας μια πυγολαμπίδα,/ των αρχαίων η μνήμη, ψευτοφέγγει,
κ’ είναι μια νυχτιά που δεν τη διώχνεις,/ του παντοτινού μας ήλιου αχτίδα!
Και πατρίδα και ψυχή ρουφάν/ βάρβαροι από βάθη και από ύψη.
Κι όταν, μ’ ένα τρίσβαθο ωχ!/ των Ελλήνων θεέ, ρωτούμε σε:
«Είσαι συ ο ξανθός Απόλλωνας;»/ Αποκρίνεσαι:- «Ειμ’ εγώ ο Μολώχ!».
(Κ. Παλαμάς, Η ασάλευτη ζωή)
Αυτά τα αποκαρδιωτικά και ψυχοφθόρα από τον Παλαμά, μα και έναν αιώνα περίπου μετά, για τη σύγχρονη Ελλάδα, παραπλήσια στιχούργησε και ο Νίκος Γκάτσος:
«Μάνα μου Ελλάς»
«…. Μα τώρα που ξυπνήσανε τα φίδια
εσύ φοράς τα αρχαία σου στολίδια
και δε δακρύζεις ποτέ σου μάνα μου Ελλάς
που τα παιδιά σου σκλάβους ξεπουλάς.
Μα τώρα που η φωτιά φουντώνει πάλι
εσύ κοιτάς τα αρχαία σου τα κάλλη
και στις αρένες του κόσμου μάνα μου Ελλάς
το ίδιο ψέμα πάντα κουβαλάς.
Τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα
μου τα ‘πες με το πρώτο σου το γάλα….»
(Νίκος Γκάτσος, Μάνα μου Ελλάς)
Οι ποιητές, αυτά τα «αλαφροΐσκιωτα» πλάσματα, «βάζοντας το δάκτυλο επί των τύπων των ήλων» αποτυπώνουν με το δικό τους τρόπο το διαχρονικό ξεπεσμό της χώρας ρίχνοντας ταυτόχρονα και το σπόρο της αναγέννησης μιας άλλης Ελλάδας, της Ελλάδας της αξιοπρέπειας και της κοινωνικής δικαιοσύνης:
«… Και μοιάζουνε σαν πλάσματα μιας άγνωστης διάστασης
οι ματωμένοι ποιητές και οι φωτεινές τους χίμαιρες
Και οι αιτίες οι τρυφερές μιας άγριας επανάστασης
που δεν κατάλαβε ποτέ τον εαυτό της
Μιας άγριας επανάστασης που θα ξανασυμβεί
που θα ξανασυμβεί με χίλιους τρόπους
όσο θα υπάρχουν οι αιτίες οι παλιές
εκείνες που ανάψανε του Οκτώβρη τις φωτιές…»
(Αφοί Κατσιμίχα, Τρύπιες σημαίες)
……
«Μαζεύω τους σκόρπιους σπόρους μου
Για την καινούρια μακρινή μου ανάσταση μαζεύω.»
(Μ. Κατσαρός)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου